Έχουμε ακούσει πολλές προτάσεις, αλλά θα σταθούμε κυρίως σε εκείνη που μεταθέτει στο Ανώτατο Ίδρυμα το φίλτρο Εισαγωγής.
Ιδιαίτερα λοιπον οι προτάσεις που με τον έναν ή τον άλλο τρόπο προκρίνουν τη μεταφορά του φίλτρου εισαγωγής στα ίδια τα Πανεπιστήμια επικαλούνται ότι δήθεν με αυτόν τον τρόπο τα Πανεπιστήμια μπορούν να καθορίσουν τον αριθμό φοιτητών που μπορούν να «σηκώσουν» και άρα να γίνεται καλύτερη διδασκαλία και να έχουν οι απόφοιτοι καλύτερες επαγγελματικές προοπτικές. Ομως, τα κριτήρια με τα οποία τα Πανεπιστήμια μπορούν να κρίνουν τον αριθμό των εισακτέων είναι είτε για την αύξηση της ανταγωνιστικότητάς τους είτε επιβάλλονται από την πενιχρή χρηματοδότηση από τον κρατικό προϋπολογισμό. Επιπλέον, τα Πανεπιστήμια δεν μπορούν να καθορίσουν πόσοι επιστήμονες χρειάζονται στην παραγωγή, πόσο μάλλον πόσοι θα χρειάζονται σε τέσσερα ή πέντε χρόνια. Σύμφωνα με τη Γιούροστατ, το Νοέμβρη του 2008, η ανεργία στις χώρες της Ευρωζώνης εκτινάχτηκε στο 7,8% και η επίσημη ανεργία στους νέους μέχρι 25 χρόνων έφτασε στο 16,4%. Το σύστημα πρόσβασης στις χώρες της ΕΕ δεν είναι ίδιο με της Ελλάδας, η ανεργία όμως συνεχίζει την ανοδική της πορεία. Επιπλέον, σύμφωνα με πανελλαδική έρευνα στους αποφοίτους των ετών 1998-2000, που εκπόνησε η Οριζόντια Δράση υποστήριξης γραφείων διασύνδεσης πανεπιστημίων με τίτλο «Η απορρόφηση των πτυχιούχων πανεπιστημίου στην αγορά εργασίας», το 44% των αποφοίτων τμημάτων Φυσικής Αγωγής και Αθλητισμού πέντε με επτά χρόνια μετά την αποφοίτησή τους ετεροαπασχολούνται. Αντίστοιχα, η ετεροαπασχόληση φτάνει σε πολύ υψηλά ποσοστά σε μισθωτούς ή εργαζόμενους με συμβάσεις έργου που είναι απόφοιτοι των παρακάτω σχολών: Ετεροαπασχολείται το 30% των αποφοίτων Μαθηματικών - Φυσικής - Χημείας, το 26% των αποφοίτων Βιολογίας, το 30,5% των αποφοίτων Οικονομικών Σχολών, το 35% των αποφοίτων Επιστημών Επικοινωνίας, το 63% των αποφοίτων Πολιτικής Επιστήμης και το 64% των αποφοίτων Κοινωνιολογίας - Κοινωνικής Πολιτικής - Ανθρωπολογίας...
Απαιτούνται ριζικές αλλαγές
Ανεργία και ετεροαπασχόληση θα υπάρχουν όσο αναπτύσσεται ό,τι εξυπηρετεί τα μονοπώλια, γιατί δεν υπάρχει κεντρικός σχεδιασμός που να μπορεί να προβλέπει με βάση τις κοινωνικές ανάγκες τι ειδικότητες χρειάζονται σήμερα και πολύ περισσότερο τι ειδικότητες θα χρειάζονται αύριο ή σε τέσσερα ή δέκα χρόνια. Ομως μόνο μια τέτοια πρόβλεψη θα μπορούσε να συμβάλει στη μείωση της ανεργίας. Ολα τα άλλα, θα εξαρτώνται από τη «μόδα», από την εφήμερη ανάγκη του κεφαλαίου για τη μια ή την άλλη ειδικότητα. Οπως για παράδειγμα σήμερα έχουν «πέραση» οι παιδαγωγικές σχολές επειδή πέρσι είχαν μεγάλη απορρόφηση ή πριν από 15 χρόνια είχαν οι σχολές πληροφορικής...
Οσο η οικονομία λειτουργεί για την αύξηση της κερδοφορίας των μονοπωλίων, η εκπαίδευση θα είναι δεμένη χειροπόδαρα σε αυτόν το στόχο. Που σημαίνει ότι τόσο το σχολείο, όσο και το Πανεπιστήμιο δε θα ανταποκρίνονται στις πραγματικές ανάγκες του λαού και της νεολαίας για ολόπλευρη μόρφωση, αλλά στις ανάγκες του κεφαλαίου για «κατασκευή» από νωρίς του φτηνού και ευέλικτου εργατικού δυναμικού που έχει ανάγκη το κεφάλαιο. Αυτό ούτε εξαρτάται ούτε αλλάζει από τον τρόπο εισαγωγής στην Ανώτατη Εκπαίδευση.
Ο μόνος δρόμος για να βρίσκουν όλοι οι απόφοιτοι δουλειά με δικαιώματα, είναι να υπάρξει ένας κεντρικός σχεδιασμός της οικονομίας, που να μπορεί να προβλέπει και να σχεδιάζει τις ανάγκες της παραγωγής σε ειδικότητες και επιστημονικό προσωπικό.
Για να μπουν, λοιπόν, στο προσκήνιο οι πραγματικές ανάγκες του λαού και της νεολαίας, για το σχολείο που να μορφώνει, για πτυχία με αξία, για δουλειά με δικαιώματα, πρέπει να μη σκοντάψει στην «τρικλοποδιά» του διαλόγου για το Εξεταστικό. Να φέρει στο προσκήνιο την ανάγκη για ριζικές αλλαγές στην εκπαίδευση, που προϋποθέτουν ριζικές αλλαγές στο πεδίο της οικονομίας και της κοινωνίας.
Διαβάστε τη συνέχεια...