
Στην έρευνα πήραν μέρος 1.005 άτομα και βρέθηκε ότι τα άτομα στην υψηλότερη κοινωνικοοικονομική τάξη δήλωσαν ότι διαθέτουν οικογενειακό γιατρό σε ποσοστό 68,7%, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό στη χαμηλότερη τάξη είναι μόλις 48%. Δηλαδή, το 52% των λαϊκών στρωμάτων δεν έχει οικογενειακό γιατρό. Η πιθανότητα επίσκεψης σε επαγγελματία υγείας είναι 51% μικρότερη στους κατοίκους των αγροτικών, σε σχέση με τις αστικές περιοχές, ενώ η πιθανότητα προσφυγής σε ιδιωτικές υπηρεσίες Υγείας είναι 42% μικρότερη στο χαμηλότερο, σε σχέση με το υψηλότερο κοινωνικοοικονομικό επίπεδο. Οι ανισότητες αυτές είναι ιδιαίτερα έντονες και στη χρήση των υπηρεσιών στοματικής υγείας, καθώς μόλις το 47% των ερωτηθέντων δήλωσε ότι έχει επισκεφθεί οδοντίατρο το τελευταίο έτος.
Οι δραματικές ελλείψεις στα νοσοκομεία και οι κακές συνθήκες εργασίας στα δημόσια νοσοκομεία καταγράφονται σε άλλη έρευνα που θα παρουσιαστεί στο ίδιο συνέδριο.
Στην έρευνα συμμετείχαν 345 εργαζόμενοι από έξι ελληνικά νοσοκομεία και το 72,5% όλων των εργαζομένων αναφέρει υψηλά επίπεδα εργασιακού στρες (83% του τεχνικού προσωπικού, 80,4% του νοσηλευτικού και 52,4% του βοηθητικού προσωπικού). Ειδικότερα, το 43,9% αναφέρει ότι αισθάνεται ψυχολογική καταπόνηση, το 37,2% ότι βρίσκεται υπό μεγάλη πίεση χρόνου και το 34,2% ότι παρουσιάζει σωματική κόπωση. Από τους εργασιακούς παράγοντες, αρνητική επίδραση ασκούν ο κακός εξαερισμός, η ακαταστασία του χώρου, οι επικίνδυνες εργασιακές συνθήκες και ο εξοπλισμός, καθώς και ο περιορισμένος εργασιακός χώρος, ο θόρυβος και ακατάλληλη θερμοκρασία.
Διαβάστε τη συνέχεια...